Θα κάτσουμε να περιμένουμε ή θα προσπαθήσουμε;
22/04/2020
του Υψηλάντη Τζούρου (*)
Μέρες τώρα παρακολουθώ με σεβασμό τις πρωτοβουλίες των ανθρώπων του τουρισμού οι οποίοι ζητούν τη βοήθεια του κράτους, αλλά και συνολικά των ανθρώπων της επιχειρηματικής κοινότητας για την αντιμετώπιση της κρίσης του κορονοϊου.
Απορώ όμως γιατί καμία παρέμβαση δεν έχει προτείνει να ενεργοποιηθούν έργα για επίτευξη κοινωνικής αποστασιοποίησης στο δημόσιο χώρο, αλλά και στοχευμένα προγράμματα ΕΣΠΑ για τον ίδιο λόγο, καθώς και για εκπαίδευση προσωπικού και των ιδιοκτητών των επιχειρήσεων σε νέες συνθήκες υγιεινής και ασφάλειας ή και την προμήθεια απαραίτητου εξοπλισμού για επίτευξη του μετασχηματισμού των επιχειρήσεων στις νέες συνθήκες.
Επίσης αναρωτιέμαι γιατί γενικά δεν ακολουθούμε το επόμενο βήμα της αυτονόητης σκέψης πως κανείς δεν θα πάει για τουρισμό σε χώρες που έχουν πληγεί από την πανδημία, παρά ξεκινάμε τη σκέψη μας από το ολότελα αρνητικό σημείο πως η χρονιά είναι χαμένη.
Είναι ξεκάθαρο πως πρωτόκολλα ασφαλούς τουρισμού και μετακίνησης θα εκπονηθούν από τους ειδικούς. Οι άνθρωποι δεν μπορεί να είναι συνεχώς κλεισμένοι σπίτι τους, ούτε περίκλειστοι στις κοινότητες τους. Μάλιστα ακολουθώντας τη σκέψη αυτή, ο επισκέπτης θα θέλει σίγουρα να πάει σε ασφαλείς χώρε,ς αφού πρώτα περάσει τα αντίστοιχα τεστ και αφού δεχθεί πως πρέπει να κινηθεί με συγκεκριμένο τρόπο ερχόμενος, πιθανόν και με διάφορους ελέγχους στον τόπο προορισμού του.
Οι νέες συνθήκες στον τουρισμό άλλωστε απο εδώ κι εμπρός θα είναι:
Υγιεινή & Ασφάλεια, Ηρεμία, Εμπειρία.
Οι άνθρωποι που θα έρθουν για να ηρεμήσουν και να προετοιμαστούν ψυχολογικά για το πιθανό δεύτερο κύμα του Οκτωβρίου θα πρέπει να πληρώσουν για αυτή την παροχή.
Προφανώς δεν θα είναι 30 εκατομμύρια. Άλλωστε δεν θα επιτραπεί σε καμία περίπτωση η μαζική προσέλευση.
Ας στραφούμε στον ποιοτικό τουρισμό στα πρότυπα που ανάφερα ήδη και ας διεκδικήσουμε το διπλασιασμό της κατά κεφαλήν τουριστικής δαπάνης από όσους ανθρώπους έρθουν στη χώρα.
Για να γίνει αυτό το πολύ δύσκολο στην εκτέλεση του σενάριο, πρέπει να κάνουμε τις επιχειρήσεις μας πιο ‘έξυπνες’ ή ας το πούμε πιο απλά ‘πιο έμπειρες’ στη διαχείριση κρίσεων.
Συνεπώς, η πρόσληψη ή η συνεργασία των επιχειρήσεων με ανθρώπους του management και της επικοινωνίας είναι επιβεβλημένη αυτή τη στιγμή.
Δεν είμαι ευχάριστος αυτή τη στιγμή αλλά πρέπει να πω το αυτονόητο.
Δεν είναι δυνατόν να τα ξέρουμε όλοι όλα.
Η σύνδεση επιστημόνων και επιχειρήσεων είναι επείγουσα ανάγκη και πρέπει να στηριχθεί από την κυβέρνηση με προγράμματα χρηματοδότησης. Κάποιος πρέπει να κάνει αυτό το μετασχηματισμό για να λειτουργήσουν οι επιχειρήσεις.
Το μοντέλο της μικρής οικογενειακής επιχειρήσης είναι πολύ ευέλικτο, αλλά στην παρούσα φάση απαιτούνται και πρόσθετες δεξιότητες που είναι ιδιαίτερα σπάνιες στην Ελλάδα.
Το γράφω πάλι. Προτιμώ να μην είμαι ευχάριστος αυτή τη στιγμή, αλλά να γράψω αυτά που πρέπει να γίνουν εγκαίρως. Το μέγεθος των επιχειρήσεων μας βοηθά το μετασχηματισμό τους, καθώς καθιστά ευκολότερη την ταχεία εκπαίδευση του προσωπικού και το μπόλιασμα της συνολικά με γνώση.
Είναι ξεκάθαρο πως πρέπει να αποφασίσουν οι ιδιοκτήτες των επιχειρήσεων να εμπιστευτούν ανθρώπους που είναι η δουλειά τους να είναι ψύχραιμοι και με ‘κρύο αίμα’, αλλά κι οι οποίοι θα έχουν τις κατάλληλες γνώσεις.
Ας κάνουμε την επερχόμενη κρίση, ευκαιρία.
Ας κεφαλαιοποιήσουμε το σεβασμό που κτίσαμε από την επιτυχία μας στη διαχείριση της πανδημίας.
Αν μη τι άλλο, ακόμα και αν δεν επιτραπεί να έρθουν επισκέπτες, στο πλέον απαισιόδοξο σενάριο, θα είμαστε έτοιμοι για το 2021. Τα έργα σε δημόσιο χώρο και ιδιωτικές επιχειρήσεις θα μείνουν, κάτι που θα επανεκκινήσει γρηγορότερα την οικονομία μας και τώρα και το 2021.
Η ενεργοποίηση αυτή θα μειώσει την επερχόμενη ύφεση σε επίπεδα πολύ μικρότερα από όσα γράφονται.
Τελικά η τύχη μας είναι και πάλι στο χέρι μας.
Θα κάτσουμε να περιμένουμε ή θα προσπαθήσουμε;
(*) Ο κ. Υψ. Τζούρος είναι σύμβουλος Επιχειρήσεων
Πηγή: money-tourism.gr